Το δεδομένο ότι η Κύπρος βρίσκεται σε πολύ ευαίσθητη και διαφιλονικούμενη γεωπολιτική θέση, πώς κατά τη γνώμη σου επέδρασε στην τελική λύση που δόθηκε;
Οι αποφάσεις του Γιούρογκρουπ για την Κύπρο δεν αντικατοπτρίζουν, κατά τη γνώμη μου, έναν ενιαίο οικονομικό και γεωστρατηγικό σχεδιασμό της ηγεσίας της ΕΕ και του ΔΝΤ. Το κύριο ήταν η επιδίωξη να επιβληθεί, με αφετηρία την κρίση του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου, μια νέα οικονομική τάξη πραγμάτων σε συνθήκες στις οποίες, λόγω της κρίσης, ο οικονομικός ανταγωνισμός παροξύνεται και τείνει να γίνει ανεξέλεγκτος με επικίνδυνες παράπλευρες επιπτώσεις.
Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε την απόφαση για ενιαίο ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, η επέμβαση στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου πιθανόν να είναι ένα από τα επεισόδια της πορείας προς τα εκεί. Η γεωστρατηγική παράμετρος, παρ’ όλα αυτά δεν είναι αμελητέα. Όχι ως σαφές σχέδιο. Στην παρούσα κατάσταση η Κύπρος ήταν αρκετά αδύναμη για να αναζητήσει γεωστρατηγικά ερείσματα ικανά να λειτουργήσουν ως αντίβαρο στην οικονομική παρέμβαση. Το τοπίο είναι ρευστό και τα γεωστρατηγικά συμφέροντα της ΕΕ ή των ΗΠΑ δεν απειλούνται από την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου. Αύριο μπορεί να είναι διαφορετικά, τώρα όμως είναι έτσι.
Εκ πρώτης όψεως θα περίμενε κανείς η Ρωσία να μην μείνει απαθής και διότι ήταν μια ευκαιρία, στο κενό που άφηνε η ευρωζώνη, να «φανεί» και διότι είχε συμφέροντα τα οποία, επιπλέον, η επερχόμενη απόφαση απειλούσε. Τι δεν βλέπει ο κοινός άνθρωπος;
Αν παρατηρήσει κανείς τη ρωσική πολιτική στις αραβικές χώρες, κυρίως στη Συρία, αλλά και στο Ιράν, και γενικά στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, διαπιστώνει ότι η Μόσχα αποφεύγει κινήσεις που δημιουργούν πόλωση. Αυτή την τακτική, όμως, την εντάσσει σε συστηματική στρατηγικού χαρακτήρα πολιτική αναβάθμισης των σχέσεών της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως με τη Γερμανία. Άλλωστε, ο Πούτιν ήδη από καιρό είχε θέσει ζήτημα «επαναπατρισμού» των ρωσικών κεφαλαίων που βρίσκονταν σε κυπριακές τράπεζες. Νομίζω ότι η Ρωσία για να κρατήσει και να αναπτύξει «φιλελληνική» και «φιλοκυπριακή» πολιτική θα πρέπει να πάρει ισχυρά και σίγουρα ανταλλάγματα. Ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Κύπρο φαίνεται να υπάρχει κανείς να της τα εγγυηθεί.
Η επίσκεψη Ομπάμα στην περιοχή, το ενδιαφέρον για την Τουρκία αλλά και της Τουρκίας για τις εξελίξεις στην περιοχή, και ειδικά στην Κύπρο, πού εντάσσεται στις εξελίξεις;
Η επίσκεψη Ομπάμα στο Ισραήλ και οι επακόλουθες εντυπωσιακές κινήσεις τουρκοϊσραηλινής συμφιλίωσης σηματοδοτούν την κατάρρευση ενός ολόκληρου οικοδομήματος της εξωτερικής πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων. Αναφέρομαι στην άφρονα «στρατηγική-στρατιωτική συμμαχία» Ελλάδας-Ισραήλ που βασιζόταν στο δόγμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Αυτή η εξέλιξη δικαιώνει απολύτως όλες τις σχετικές παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Κατ’ αναλογίαν, οι δηλώσεις και οι πρωτοβουλίες Ερντογάν και πρόσφατα Νταβούτογλου για την Κύπρο, για το Αιγαίο και για τους υδρογονάνθρακες επίσης δικαιώνουν όσους επέμεναν και επιμένουν ότι για να παραμείνει η Κύπρος ενιαία και αδιαίρετη απαιτείται λύση συμβίωσης σε ενιαίο κράτος και με ίσα δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Μόνο το ΑΚΕΛ και ο Χριστόφιας το προσπάθησαν αυτό στην Κύπρο, έστω και με αντιφάσεις και προσαρμογές. Ελπίζω ότι τώρα δεν είναι αργά. Για να μην είναι αργά, χρειάζεται επειγόντως η διεκδίκηση της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ για πολυδιάστατη, φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, στηριγμένη στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Ο δύσκολος, αλλά αναγκαίος στόχος είναι η συνεννόηση με την Τουρκία. Πρέπει κάποτε να αποφασίσουμε ότι η καλύτερη θωράκιση απέναντι στους διεθνείς ανταγωνισμούς συμφερόντων στην περιοχή μας είναι η διευθέτηση των διαφορών ως όρος για τη φιλική συνύπαρξη. Και η φιλική συνύπαρξη δε σημαίνει μειωμένη κυριαρχία. Το αντίθετο σημαίνει.
* Ο Θοδωρής Δρίτσας είναι βουλευτής Α Πειραιά του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ.
Οι αποφάσεις του Γιούρογκρουπ για την Κύπρο δεν αντικατοπτρίζουν, κατά τη γνώμη μου, έναν ενιαίο οικονομικό και γεωστρατηγικό σχεδιασμό της ηγεσίας της ΕΕ και του ΔΝΤ. Το κύριο ήταν η επιδίωξη να επιβληθεί, με αφετηρία την κρίση του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου, μια νέα οικονομική τάξη πραγμάτων σε συνθήκες στις οποίες, λόγω της κρίσης, ο οικονομικός ανταγωνισμός παροξύνεται και τείνει να γίνει ανεξέλεγκτος με επικίνδυνες παράπλευρες επιπτώσεις.
Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε την απόφαση για ενιαίο ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, η επέμβαση στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου πιθανόν να είναι ένα από τα επεισόδια της πορείας προς τα εκεί. Η γεωστρατηγική παράμετρος, παρ’ όλα αυτά δεν είναι αμελητέα. Όχι ως σαφές σχέδιο. Στην παρούσα κατάσταση η Κύπρος ήταν αρκετά αδύναμη για να αναζητήσει γεωστρατηγικά ερείσματα ικανά να λειτουργήσουν ως αντίβαρο στην οικονομική παρέμβαση. Το τοπίο είναι ρευστό και τα γεωστρατηγικά συμφέροντα της ΕΕ ή των ΗΠΑ δεν απειλούνται από την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου. Αύριο μπορεί να είναι διαφορετικά, τώρα όμως είναι έτσι.
Εκ πρώτης όψεως θα περίμενε κανείς η Ρωσία να μην μείνει απαθής και διότι ήταν μια ευκαιρία, στο κενό που άφηνε η ευρωζώνη, να «φανεί» και διότι είχε συμφέροντα τα οποία, επιπλέον, η επερχόμενη απόφαση απειλούσε. Τι δεν βλέπει ο κοινός άνθρωπος;
Αν παρατηρήσει κανείς τη ρωσική πολιτική στις αραβικές χώρες, κυρίως στη Συρία, αλλά και στο Ιράν, και γενικά στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, διαπιστώνει ότι η Μόσχα αποφεύγει κινήσεις που δημιουργούν πόλωση. Αυτή την τακτική, όμως, την εντάσσει σε συστηματική στρατηγικού χαρακτήρα πολιτική αναβάθμισης των σχέσεών της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως με τη Γερμανία. Άλλωστε, ο Πούτιν ήδη από καιρό είχε θέσει ζήτημα «επαναπατρισμού» των ρωσικών κεφαλαίων που βρίσκονταν σε κυπριακές τράπεζες. Νομίζω ότι η Ρωσία για να κρατήσει και να αναπτύξει «φιλελληνική» και «φιλοκυπριακή» πολιτική θα πρέπει να πάρει ισχυρά και σίγουρα ανταλλάγματα. Ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Κύπρο φαίνεται να υπάρχει κανείς να της τα εγγυηθεί.
Η επίσκεψη Ομπάμα στην περιοχή, το ενδιαφέρον για την Τουρκία αλλά και της Τουρκίας για τις εξελίξεις στην περιοχή, και ειδικά στην Κύπρο, πού εντάσσεται στις εξελίξεις;
Η επίσκεψη Ομπάμα στο Ισραήλ και οι επακόλουθες εντυπωσιακές κινήσεις τουρκοϊσραηλινής συμφιλίωσης σηματοδοτούν την κατάρρευση ενός ολόκληρου οικοδομήματος της εξωτερικής πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων. Αναφέρομαι στην άφρονα «στρατηγική-στρατιωτική συμμαχία» Ελλάδας-Ισραήλ που βασιζόταν στο δόγμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Αυτή η εξέλιξη δικαιώνει απολύτως όλες τις σχετικές παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Κατ’ αναλογίαν, οι δηλώσεις και οι πρωτοβουλίες Ερντογάν και πρόσφατα Νταβούτογλου για την Κύπρο, για το Αιγαίο και για τους υδρογονάνθρακες επίσης δικαιώνουν όσους επέμεναν και επιμένουν ότι για να παραμείνει η Κύπρος ενιαία και αδιαίρετη απαιτείται λύση συμβίωσης σε ενιαίο κράτος και με ίσα δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Μόνο το ΑΚΕΛ και ο Χριστόφιας το προσπάθησαν αυτό στην Κύπρο, έστω και με αντιφάσεις και προσαρμογές. Ελπίζω ότι τώρα δεν είναι αργά. Για να μην είναι αργά, χρειάζεται επειγόντως η διεκδίκηση της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ για πολυδιάστατη, φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, στηριγμένη στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Ο δύσκολος, αλλά αναγκαίος στόχος είναι η συνεννόηση με την Τουρκία. Πρέπει κάποτε να αποφασίσουμε ότι η καλύτερη θωράκιση απέναντι στους διεθνείς ανταγωνισμούς συμφερόντων στην περιοχή μας είναι η διευθέτηση των διαφορών ως όρος για τη φιλική συνύπαρξη. Και η φιλική συνύπαρξη δε σημαίνει μειωμένη κυριαρχία. Το αντίθετο σημαίνει.
* Ο Θοδωρής Δρίτσας είναι βουλευτής Α Πειραιά του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου