Του Γαβριήλ Σακελλαρίδη
Μετά και την τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup και την αποδέσμευση της πολυθρύλητης πια δόσης, η κυβέρνηση προσπαθεί να περάσει στην αντεπίθεση υποσχόμενη νέες καλύτερες μέρες.
Η συνάντηση του Σαμαρά με τα διευθυντικά στελέχη των μεγαλύτερων πολυεθνικών που λειτουργούν στην Ελλάδα, την εβδομάδα που πέρασε, προσπαθεί να φιλοτεχνήσει την εικόνα μιας Ελλάδας που πλέον βάζει πλώρη για ένα αναπτυξιακό 2013, έχοντας περάσει πλέον τον κάβο της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους. Οι δηλώσεις των αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αλλαγή στη ρητορική της γερμανικής κυβέρνησης, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τη Standard and Poors και την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ, προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα κλίμα ευφορίας σχετικά με την επόμενη χρονιά.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι επικριτές της ακολουθούμενης πολιτικής παρουσιάζονται ως ォΚασσάνδρες» και ォκαταστροφολόγοι» από τα μνημονιακά φερέφωνα. Δυστυχώς όμως, για όλους, δεν είναι. Οι αποφάσεις σε επίπεδο Ευρωζώνης τόσο για το δημόσιο χρέος όσο και για την ακολουθούμενη πολιτική δεν αφήνουν περιθώριο αισιοδοξίας, όχι εξαιτίας κάποιας καταστροφολογικής επιθυμίας της Αριστεράς, αλλά λόγω της ορθής ανάγνωσης της πραγματικότητας.
Η -σκληρή- πραγματικότητα είναι εδώ...
Το δημόσιο χρέος δεν δύναται να καταστεί βιώσιμο ούτε μέσω της επαναγοράς των ελληνικών ομολόγων, ούτε μέσω της μείωσης των επιτοκίων, αλλά ούτε και μέσω της επιστροφής των κερδών της ΕΚΤ –από ελληνικά ομόλογα- στην Ελλάδα. Όλα τα παραπάνω βοηθούν μεν στην απομείωση του χρέους, όμως στην ουσία λειτουργούν ως παυσίπονα σε έναν βαριά ασθενή, και μάλιστα δημιουργούν και σημαντικές επιπλοκές. Για παράδειγμα, η επαναγορά των ομολόγων σημαίνει δανεισμό και μεγαλύτερο χρέος, μεγαλύτερες χρηματοδοτικές ανάγκες για τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία, ενώ παράλληλα, από τη στιγμή που τα hedge funds πλέον είναι οι μόνοι ιδιώτες κάτοχοι ελληνικών ομολόγων, απεμπολούνται τα δικαιώματα του ελληνικού δημοσίου για ενεργοποίηση των αναγκαστικών ρητρών σε μελλοντικό κούρεμα (απαιτείται να συμμετέχουν το 66% των κατόχων, και πλέον οι μόνοι κάτοχοι είναι τα hedge funds, αφού οι ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία δεν έχουν ελληνικά ομόλογα).
Αλλά το σημαντικό πρόβλημα απορρέει από τη συνέχιση της πολιτικής λιτότητας με όλο και πιο εντατικούς ρυθμούς. Ακόμα και στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που παρουσιάστηκε αυτή την εβδομάδα, γίνεται λόγος για κινδύνους εφαρμογής του προγράμματος εξαιτίας των παρενεργειών λόγω ύφεσης. Όμως οι αυτόματοι μηχανισμοί περικοπής δαπανών, το νέο φορολογικό, οι απολύσεις στο δημόσιο, οι μειώσεις μισθών και συντάξεων, οι περικοπές των δημοσίων επενδύσεων συντείνουν σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση. Και όσο η οικονομία βυθίζεται στην ύφεση -για έκτο έτος- το δημόσιο χρέος θα συνεχίζει να καλπάζει. Άλλωστε, είναι γνωστό στους οικονομολόγους ότι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους δεν έχουν σημασία τα επιτόκια αυτά καθ’αυτά, αλλά η διαφορά των επιτοκίων με τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Αβίωτο το χρέος
Η Moody’s σε έκθεσή της αυτή την εβδομάδα παραδέχτηκε ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν γίνεται βιώσιμο με αυτό το πρόγραμμα. Και αυτό έχει επιπτώσεις στα σχέδια του κ. Σαμαρά για ανάπτυξη. Επενδύσεις δεν πρόκειται να γίνουν σε μια χώρα που υπάρχουν σημαντικές αμφιβολίες για τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Κανείς επενδυτής δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει τα κεφάλαια του, γνωρίζοντας ότι το κλίμα αβεβαιότητας για την ελληνική οικονομία θα συνεχίζεται. Και όσο κι αν ο κ. Σαμαράς και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι προβαίνουν σε δηλώσεις ενθάρρυνσης του επενδυτικού κλίματος, οι επίδοξοι επενδυτές ξέρουν καλά να διακρίνουν πόσο αυτές γίνονται για επικοινωνιακούς λόγους και πόσο έχουν βάση. Επομένως, η προσέλκυση επενδύσεων κάτω από αυτούς τους όρους θα μείνει ανεκπλήρωτος πόθος για τον κ. Σαμαρά και τον περίγυρό του.
Γ
ιατί, όμως, συνεχίζουν σε αυτό το μοτίβο; Μόνο εμείς αντιλαμβανόμαστε αυτή την κατάσταση; Η ερώτηση επιδέχεται δύο συμπληρωματικές απαντήσεις. Από τη μία, υπάρχουν άνθρωποι που πραγματικά πιστεύουν ότι μέσα από τη λιτότητα και τη δημοσιονομική εξυγίανση δημιουργούνται οι όροι για να εμφανιστεί ォη καλή νεράιδα της αξιοπιστίας» και να τεθεί σε λειτουργία η αναπτυξιακή διαδικασία. Αυτοί κυρίως είναι οι άνθρωποι των διεθνών οργανισμών τόσο στο ΔΝΤ όσο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι οποίοι έχοντας ένα διδακτορικό από ένα πανεπιστήμιο με κύρος, πιστεύουν δογματικά στην οικονομική ορθοδοξία. Δεν τους περνάει καν από το μυαλό ότι υπάρχει και η ταξική πάλη, πιστεύουν ότι ο κόσμος λειτουργεί μέσα από οικονομικά μοντέλα και ότι μπορεί σήμερα κάποιοι να πλήττονται από αυτές τις πολιτικές, αλλά μπορούν να περιμένουν ότι σε λίγο καιρό θα επιβραβευτούν. Το προτεσταντικό ήθος της ορθόδοξης οικονομικής θεωρίας πλέον επικαθορίζει το σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής.
Κάποιοι κερδίζουν από τη λιτότητα
Από την άλλη, όμως, υπάρχουν και κάποιοι που ξέρουν ότι κερδίζουν από αυτές τις πολιτικές, κάποιοι που ξέρουν πολύ καλά ότι η ταξική πάλη και υπάρχει και επικαθορίζει τα πάντα. Αυτές οι πολιτικές είναι μια χρυσή ευκαιρία για το κεφάλαιο να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με οτιδήποτε μέχρι τώρα στεκόταν ανάχωμα στην κερδοφορία τους, όπως για παράδειγμα οι μισθοί, το κοινωνικό κράτος, ο δημόσιος τομέας και οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Το κεφάλαιο εκμεταλλευόμενο την ォεπιστημονική ουδετερότητα» των οικονομολόγων που σχεδιάζουν την πολιτική, έχει κάθε συμφέρον να παρουσιάζονται οι παραπάνω αντιλήψεις ως οικουμενική αλήθεια. Οι άρρητοι αυτοί στόχοι του κεφαλαίου για όσο το δυνατό μεγαλύτερη υποτίμηση της εργασίας, γίνονται λοιπόν ォοικουμενική αλήθεια» μέσα από τις οικονομικές θεωρίες της ォεσωτερικής υποτίμησης» και της ォεπεκτατικής δημοσιονομικής λιτότητας».
Η Αριστερά στην Ελλάδα έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να αποκαλύψει τι κρύβεται πίσω από τη μνημονιακή εμμονή και να προκαλέσει ρωγμές, αν όχι να σπάσει, την ιδεολογική ηγεμονία. Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό για το 2013, αφού πλέον η κοινωνική κρίση, από ό,τι φαίνεται, θα ξεπεράσει κάθε πρόβλεψη. Χρειάζεται και κοινωνική αλληλεγγύη, και αποκάλυψη του αντιπάλου, και επεξεργασία προτάσεων, και αντίσταση στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.
Πηγη: Η Εποχή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου